Χωρίς καμία δυσκολία στη Σουζούκα, ο Μαξ Φερστάπεν πήρε μια ακόμα άνετη νίκη και ανέβηκε στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου. Ο “ιπτάμενος Ολλανδός” είχε τον καλύτερο ρυθμό στον αγώνα για μια ακόμα φορά, με το μονοθέσιό του να βγαίνει μπροστά με άνεση και να κατακτά και το Ιαπωνικό Grand Prix.
Στο ξεκίνημα του αγώνα, παρά την καλή εκκίνηση του Μαξ, είχαμε σε άμεσο χρονικό διάστημα καθεστώς κόκκινης σημαίας, αφού ο Άλεξ Άμπον συγκρούστηκε με τον Ρικιάρντο και οι δυο τους χτύπησαν στις πλαϊνές προστατευτικές μπαριέρες, αναγκάζοντάς τους από πολύ νωρίς να εγκαταλείψουν τον αγώνα. Στην επαναφορά που έγινε από σταθερές θέσεις, ο Φερστάπεν ξέφυγε και πάλι μπροστά, αναπτύσσοντας μάλιστα και μια καλή διαφορά από τον δεύτερο Πέρεζ. Μεγάλη εμφάνιση έκανε λίγο πιο πίσω και ο Σαρλ Λεκλέρ με την Ferrari, αφού κατάφερε από την 7η θέση να ανέβει ψηλά στους τελευταίους γύρους και να πιάσει την 3η θέση, ωστόσο ο ταχύτερος Σάινθ έκανε τελικά το προσπέρασμα και ήταν αυτός που πήρε το τρίτο σκαλί του βάθρου.
Για τον επτάκις φορές παγκόσμιο πρωταθλητή Λιούις Χάμιλτον και την Mercedes, τα πράγματα δεν ήταν ιδανικά στο Ιαπωνικό Grand Prix, παρά την άνεση που ένιωθαν οι οδηγοί με τις μετατροπές στα μονοθέσιά τους, όπως είχαν δηλώσει κατά τις δοκιμές. Η στρατηγική της Mercedes να πάει σε τόσους πολλούς γύρους με σκληρή γόμα και 1 pit stop δεν ήταν και η πιο αποδοτική, καθώς οι δύο οδηγοί της έχαναν συνεχώς έδαφος, το οποίο δεν κατάφεραν εν τέλει να πάρουν πίσω στο τέλος, αλλάζοντας λίγους γύρους πριν τον τερματισμό σε μέση γόμα. Στα πιο χαμηλά στρώματα, πολύ μεγάλη εμφάνιση έκανε και ο “ντόπιος” Γιούκι Τσουνόντα, πραγματοποιώντας κάποια προσπεράσματα για…σεμινάριο, ενθουσιάζοντας τους φίλους του αθλήματος στις κερκίδες της Σουζούκα.
Η τελική κατάταξη είχε ως εξής: