fbpx

Η σεζόν στη Euroleague βρίσκεται σε εξέλιξη και με ένα μέρος μεγαλύτερο του μισού να ανήκει στο παρελθόν, η κουβέντα πλέον φουντώνει, σε κάθε επίπεδο. Η καταραμένη πρωτιά, το πλεονέκτημα έδρας και το γεγονός ότι όλοι (πλην Άλμπα και μάλλον Μακάμπι) είναι ζωντανοί για την πρόκριση δίνουν μπόλικη τροφή για σκέψη και συζήτηση, αλλά σήμερα θα σταθούμε σε άλλο κομμάτι.

Παραδοσιακά, η διαιτησία και η “συζήτηση” γύρω από αυτή, αποσπά μεγάλο μέρος της προσοχής. Ιδιαίτερα στη χώρα μας, όπου δεν μπορούμε ποτέ να πιστέψουμε ότι η ομάδα μας ήταν κατώτερη των περιστάσεων ή απλά κατώτερη γενικά ενός αντιπάλου, οι “γκρι” όπως τους αποκαλούσαμε στο παρελθόν, συγκεντρώνουν όλο το…ανάθεμα. Ούτε αυτό, όμως, θα είναι το θέμα του παρόντος άρθρου. Ή για την ακρίβεια θα είναι, αλλά έμμεσα, αφού όπως θα έχετε καταλάβει και από τον τίτλο, θέλω να ασχοληθώ με τους προπονητές περισσότερο. Επίσης, θα είναι ίσως η μοναδική φορά που δε θα μιλήσουμε με νούμερα για όσα βλέπουμε στο παρκέ.

Πριν μπω στο δια ταύτα, θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι. Είμαι απόλυτος υπέρμαχος των προπονητών. Θεωρώ ότι συχνά δεν αναγνωρίζονται όσο πρέπει, πολύ πιο συχνά αδικούνται και έχω βαρεθεί να φωνάζω τις φράσεις “Αφήστε τους να δουλεύουν” και “Δεν μπορούν να κριθούν από τόσο μικρό δείγμα”. Περισσότερη κουβέντα για αυτό θα μπορούσαμε να κάνουμε την περασμένη σεζόν, όταν είδαμε πολλές αλλαγές στους πάγκους της Euroleague και υπερβολική αμφισβήτηση για καταξιωμένους προπονητές, όπως ο Δημήτρης Ιτούδης και ο Γιώργος Μπαρτζώκας. Σήμερα, λοιπόν, θα σταθώ απέναντι στους τεχνικούς των ομάδων, γιατί πραγματικά έχω κουραστεί με τις δηλώσεις τους και θεωρώ πως το ίδιο ισχύει και για μεγάλη μερίδα των φιλάθλων.

Είναι πολιτική, όχι άποψη

Θα ξεκινήσω από κάτι που ίσως φαίνεται προφανές σε ορισμένους, αλλά δεν είναι απαραίτητα αυτονόητο. Οι προπονητές, σχεδόν πάντοτε, ασκούν πολιτική μέσω των διαμαρτυριών τους κατά τη διάρκεια των αγώνων, αλλά και στις συνεντεύξεις. Στόχος τους είναι να επηρεάσουν όσο περισσότερο γίνεται το διαιτητή, ούτως ώστε να αυξήσουν τις πιθανότητές τους να ευνοηθούν σε πρώτη ευκαιρία, έστω και έμμεσα. Με ανεβασμένους τους παλμούς και με το αίσθημα της αδικίας να είναι πολλές φορές ανυπόφορο για τους ίδιους, είναι κατανοητό όσο παίζονται τα ματς να βλέπουμε έντονες αντιδράσεις, αλλά ακόμα και τότε συνήθως ισχύει αυτό που προανέφερα. Έχει παραδεχθεί και ο Γιώργος Μπαρτζώκας άλλωστε, σε συνέντευξή του στο παρελθόν ότι πολλές φορές, στις τεχνικές ποινές που δέχονται οι προπονητές, συχνά ξεπερνούν συνειδητά τα όρια για πολλούς λόγους. Τους κυριότερους μπορείτε να τους φανταστείτε: αποσκοπούν στο να αφυπνήσουν τους παίκτες τους, ή τον κόσμο, ώστε να βάλει πίεση εκείνος στους διαιτητές.

Πρόκειται για ένα παλιό τρικ που φυσικά στη χώρα μας δανειστήκαμε από τη μεγάλη των πλάβι σχολή, η οποία εν προκειμένω μας δάνεισε κάτι για το οποίο δεν ξέρω αν θα έπρεπε να είμαστε περήφανοι. Πλέον γίνεται παντού και από άπαντες η προσπάθεια να επηρεαστούν οι διαιτητές, σίγουρα δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο, αλλά ειδικά σε ό,τι αφορά στο πόσο έντονα γραπώνονται οι οπαδοί από όσα λένε οι προπονητές και καθιστούν την μπασκετική κουβέντα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πραγματικά ανυπόφορη.

Το παραπάνω, λοιπόν, ισχύει και για το κομμάτι των συνεντεύξεων, στο οποίο θα ήθελα και να επικεντρωθώ περισσότερο. Ανέκαθεν συνέβαινε αυτό, αλλά έχω την αίσθηση ότι έχουμε βρεθεί σε μία φάση στην οποία συμβαίνει ασταμάτητα. Τα παραδείγματα είναι ατελείωτα και κανένας προπονητής στη διοργάνωση, τουλάχιστον μεταξύ των μεγάλων ονομάτων, δεν μπορεί να μείνει εκτός κουβέντας. Ασφαλώς, προπονητές όπως ο Poupet, που δεν έχουν το εκτόπισμα, δεν παρουσιάζουν τόσο συχνά τέτοιες συμπεριφορές, αλλά δεν έχει σημασία να επικεντρωθούμε σε συγκεκριμένα πρόσωπα.

Κάνει κακό στην εικόνα του αθλήματος

Το πιο πρόσφατο παράδειγμα και μία από τις αφορμές για τη συγγραφή του παρόντος, είναι ο εικονιζόμενος, Andrea Trinchieri. Ο Ιταλός τεχνικός προβαίνει συχνά σε δηλώσεις κατά των διαιτητών και μοιραία πέφτει σε μία αντίφαση. Θυμίζω ότι είχε παράπονα στον αγώνα του ΣΕΦ με τον Ολυμπιακό, αλλά και στο Κάουνας, ενώ έγινε πιο γλαφυρός μετά την ήττα από τη Φενέρμπαχτσε. Στην Πόλη είπε ότι ο αγώνας έγινε WWE από ένα σημείο και μετά, το οποίο είναι αρκετά αστείο από μόνο του αν αναλογιστούμε ότι είναι πλέον γνωστό τοις πάσι ότι δεν πρόκειται για πραγματικό…ξύλο. Στη συνέχεια πρόσθεσε ότι παρά τις δυνατές επαφές από πλευράς Φενέρμπαχτσε, οι βολές ήταν 32-14.

Η παραπάνω δήλωση δημιουργεί πολλά προβλήματα ή τουλάχιστον τρέφει ήδη υπάρχοντα. Πρώτα από όλα, κατευθύνει την στενοχώρια-οργή του κόσμου στους διαιτητές. Δεύτερον, βάζει το πλήθος των ελευθέρων βολών στην κουβέντα για τη διαιτησία, το οποίο είναι από μόνο του γελοίο. Και εμμέσως κάνει κακό και στους ίδιους τους προπονητές αυτό, αφού σαμποτάρουν πλήρως την όποια προσπάθεια γίνεται να κάνουμε το κοινό να σκεφτεί λίγο πιο βαθιά και να μην ψάχνει εξιλαστήρια θύματα. Οι ίδιοι οι προπονητές ξέρουν καλύτερα από τον καθένα, ότι καμία διαιτησία δεν μπορεί να κριθεί από τον αριθμό των φάουλ και των ελευθέρων βολών και παρόλα αυτά, τα βάζουν στην κουβέντα ως…αδιάσειστα στοιχεία.

Ο πόλεμος δηλώσεων που είδαμε στην περσινή σειρά των playoff της Euroleague ανάμεσα σε Παναθηναϊκό και Μακάμπι Τελ Αβίβ, αποτελεί μία τέλεια σύνοψη των παραπάνω. Μετά το break των Ισραηλινών ο Ataman διαμαρτυρήθηκε έντονα και έκανε το ίδιο ακόμα και μετά από δημόσια προτροπή της διοργανώτριας αρχής να μείνουν εκτός κουβέντας οι διαιτητές. Μετά το πέρας της σειράς και την πρόκριση των “πρασίνων” στο Final Four, ήταν η σειρά του Kattash να κάνει το ίδιο, βάζοντας στην κουβέντα τη συνολική συμπεριφορά των αντιπάλων του. Στο μεταξύ, μετά από κάθε νίκη, ο τεχνικός της ομάδας που πήρε το ροζ φύλλο αγώνα, δεν είχε ποτέ να δηλώσει κάτι για τους διαιτητές. Προσοχή! Δεν παίρνω το μέρος κανενός, απλώς καταγράφω τα γεγονότα.

Πιο πρόσφατα, μόλις μερικές ημέρες πριν, ο Ataman διαμαρτυρύθηκε για τη διαιτησία του αγώνα του Παναθηναϊκού με την Μπαρτσελόνα, μιλώντας για ρεκόρ επιθετικών φάουλ. Ο Penarroya απάντησε αναφέροντας ότι ο αριθμός των φάουλ των δύο ομάδων ήταν ίδιος, επιχείρημα φυσικά που δεν πείθει κανέναν. Στο τέλος, βέβαια, της τοποθετησής του, ο Ισπανός είπε τη φράση κλειδί: “Στη συνέντευξη τύπου, όλοι πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους ενόψει των επόμενων αγώνων”. Φυσικά αυτό δεν ήταν καρφί για το συνάδελφό του, αλλά ξεκάθαρη παραδοχή ότι όλοι έτσι λειτουργούν. Αν θέλετε και ένα προσωπικό σχόλιο, μια και παραπάνω το απέφυγα, η Μπαρτσελόνα έπαιξε τη λεγόμενη άμυνα στο όριο του φάουλ και το ξεπέρασε κιόλας. Η απάντηση σε αυτό, βέβαια, είναι απλή. Κάντε το ίδιο και στην άλλη μεριά. Δεν είναι επιστήμη. Αν σε…βαράνε και αντί να απαντάς, κάθεσαι και τις τρως, φταις εσύ, όχι ο διαιτητής. Ειδικά ο Παναθηναϊκός, είναι μπαρουτοκαπνισμένη ομάδα, με τίτλους. Οι οποίοι δεν κατακτώνται χωρίς μπασκετικό ξύλο και το ξέρουν καλά αυτό.

Μιλώντας για το λεγόμενο μπασκετικό ξύλο και τη σύνδεσή του με την κατάκτηση τίτλων, θα προσθέσω κάτι τελευταίο. Παντού στο μπάσκετ, αλλά ειδικά στη Euroleague, οι ομάδες που φτάνουν έως το τέλος του δρόμου είναι εκείνες, που έστω για ορισμένα διαστήματα, ξέρουν να…χτυπάνε στο ψαχνό. Καμία ομάδα δεν κατάφερε να σηκώσει την κούπα χωρίς αυτό το χαρακτηριστικό. Ακόμα και οι πιο όμορφες στο μάτι ομάδες, ήταν πολύ σκληρές στην άμυνα, είτε μιλάμε για τη δυναστεία των Warriors, είτε για τη Ρεάλ του 2015. Η περσινή Ρεάλ για παράδειγμα, που ήταν ένα απίθανο σύνολο, δεν αντέδρασε όταν ο Παναθηναϊκός στον τελικό της έδειξε ότι δε θα περάσει καλά. Και το πλήρωσε, παρότι δεν υπάρχει κανένας που να πιστεύει ότι δεν ήταν καλύτερη ομάδα συνολικά.

Για να κλείσω, ο παραπάνω συλλογισμός καταλήγει στο ότι κάποια πράγματα είναι όπως είναι και δεν μπορούμε να το αρνηθούμε. Είναι απόλυτα κατανοητό να μην αρέσει σε κάποιον η κατάσταση, αλλά το να υποκρίνεται ότι είναι διαφορετική, προκειμένου να αναδείξει αγωνιστικό ή και ηθικό πλεονέκτημα της ομάδας του, δείχνει μόνο ότι εθελοτυφλεί και τίποτα περισσότερο. Γι’ αυτό η συμβουλή μου είναι να μην επηρεάζεστε ως κοινό, ούτε θετικά ούτε αρνητικά από τις δηλώσεις προπονητών για τη διαιτησία. Και αυτό ισχύει για όλους, όχι μόνο για προπονητές των αντιπάλων των ομάδων σας. Χάνετε περισσότερα από όσα κερδίζετε και κυρίως, δεν ευχαριστιέστε το μπάσκετ.


Comments are closed.