Το μεγαλύτερο αποτέλεσμα της φετινής Παναχαϊκής ήρθε σήμερα στην Αγυιά. Και ήρθε με έναν τρόπο, που πλέον μας έχει συνηθίσει η ομάδα του Γιάννη Τάτση. Με ανατροπή, με επιστροφή από την κόλαση, με μπόλικο πάθος, με παίκτες που αν και δεν έχουν το ταλέντο άλλων ομάδων και δεν έχουν προλάβει καλά καλά να δέσουν σαν σύνολο, έχουν μπολιαστεί με το DNA και τον χαρακτήρα της μεγάλης ομάδας, που ΟΦΕΙΛΕΙ να έχει η ”κοκκινόμαυρη”. Και η νίκη αυτή, απέναντι σε έναν αντίπαλο που πηγαίνει για άνοδο, ήρθε μπροστά σε περίπου 2.500 κόσμο (ίσως λέω και λίγο), στο παιχνίδι που το γήπεδο είχε περισσότερο κόσμο από ποτέ, σε ένα limit up που τόσο πολύ είχαν ανάγκη οι Πατρινοί.
Μιας και μιλάμε για τον κόσμο, αυτός παρατηρούμε πως ολοένα και πληθαίνει στα εντός έδρας ματς των ”κοκκινόμαυρων”, ενώ υπάρχουν αρκετοί οπαδοί της ομάδας που την ακολουθούν παντού (όπου ο αντίπαλος τηρεί κανόνες δεοντολογίες και δεν κάνει… κόμπλες). Παρατηρούμε τον λαό των ”ροσονέρι” να γίνεται ”ένα” με την ομάδα, να τραγουδάει και να δίνει ώθηση ακόμα κι όταν αυτή βρίσκεται πίσω στο σκορ, να στηρίζει ακόμα και σε στιγμές που οι ”Αχαιοί” παίζουν κακό ποδόσφαιρο. Όλα τα προαναφερθέντα, έχουν πολύ συγκεκριμένη εξήγηση και φυσικά είναι απολύτως θεμιτή και κατανοητή. Ο κόσμος της Παναχαϊκής βλέπει ξανά τη σπίθα, βλέπει ξανά ποδοσφαιριστές που ασχέτως αν κερδίζουν ή αν χάνουν, έχουν τσαμπουκά, χαρακτήρα και αυταπάρνησης. Ακόμα κι όταν μένουν πίσω στο σκορ, δεν απογοητεύονται, παίζουν για να το γυρίσουν και για αυτόν ακριβώς τον λόγο, έχουν μαζέψει τόσους πολλούς βαθμούς σε ματς που φαίνονταν χαμένα.
Στον κόσμο της Παναχαϊκής φέτος δεν έταξαν… λαγούς με πετραχήλια. Δεν μίλησαν για Superleague, πρωταθλητισμό και άλλα βαρύγδουπα, που πλέον δεν τα πιστεύει και κανένας. Η Παναχαϊκή ξεκίνησε με ρόστερ επιπέδου Α’ τοπικού (δεν είναι υπερβολή αυτό), με στόχο με κάποιο μαγικό ραβδάκι να βγει η χρονιά, όπως κι αν βγει. Ο κόσμος το γνώριζε, δεν έτρεφε αυταπάτες και αποφάσισε να στηρίξει τους ”κοκκινόμαυρους”, με όποιο κόστος, με όποιο τίμημα, ακόμα κι αν αυτό που διαφαινόταν, κυρίως επί Φραντσιόζα, ήταν πως για να μπορέσεις να παρακολουθήσεις την φετινή Παναχαϊκή, πρέπει να έχεις πολύ γερό στομάχι και άπλετη υπομονή. Το ότι βρέθηκε ο τρόπος, μέσα από όλο αυτό το χάος και τα ανακατέματα, να αναλάβει την ομάδα ένας άνθρωπος σαν τον Γιάννη Τάτση, αποτελεί μια τρομερή ευλογία, μια τρομερή ”κέντα”, που αποτελεί ίσως και ένα σπάνιο παράδειγμα των τελευταίων χρόνων, που η τύχη κλείνει το μάτι στον πολύπαθο αυτό σύλλογο, που πλέον έχει την ευτυχία να έχει έναν άνθρωπο στην άκρη του πάγκου του, απόλυτα ικανό και αρκετά ονειροπόλο, που κατάφερε να γεννήσει… κανονική ομάδα, μέσα από τις στάχτες που άφησαν πίσω του οι προκάτοχοί του (με τρομακτικές ευθύνης της διοίκησης).
”Κι αν πέσουμε, θα πέσουμε μαχόμενοι”. Η Παναχαϊκή δεν έχει σωθεί, έχει ακόμα ένα βουνό να ανέβει, αλλά αν τα καταφέρει, δεν θα είναι υπερβολή να μιλάμε για τον μεγαλύτερο άθλο των τελευταίων πολλών ετών. Και αν αυτό συνδυαστεί με την παραμονή του Τάτση (προαπαιτούμενο για να μπορέσει να υπηρετηθεί σωστά το πλάνο), τότε ίσως υπάρχει κάποιο… φως στην άκρη του τούνελ. Προς το παρόν, όσο τα δύσκολα είναι μπροστά, ο κόσμος θα συνεχίζει να πληθαίνει, γιατί γουστάρει την υγεία, την αυταπάρνηση και το τσαγανό που βγάζουν αυτά τα παιδιά (πολλά εξ αυτών Πατρινόπουλα). Χαίρεται να βλέπει παίκτες άσημους σαν τον Μπαρέ να εξελίσσονται σε πρωταγωνιστές, τον Πατρινό να έχει το ”άγγιγμα του Μίδα”, όταν η πλάτη της ομάδας είναι κολλημένη στον τοίχο, τους Λιοφάγο και Καραγιάννη να καταπίνουν αμέτρητα χιλιόμετρα. Ο φίλαθλος γουστάρει στιγμές σαν αυτές που εκτυλίχθηκαν μετά το γκολ του Γάλλου στόπερ, που όλοι πήγαν και το πανηγύρισαν με τον Κολοβούρη, που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν ο μοιραίος, με το λάθος που έκανε στο γκολ των Χανίων. Γιατί στην τελική, αυτό θέλουμε να βλέπουμε. Αφού η Παναχαϊκή δεν μπορεί να βρίσκεται εκεί που της αρμόζει, ας παίζουν σε αυτή παίκτες που καταλαβαίνουν τι εστί… Παναχαϊκή!